top of page

Αρχαία ελληνικά: πέθαναν ή είναι ακόμα ζωντανά;



Αρχαίες Ελληνικές Φράσεις που χρηιμοποιούμε σήμερα

Πολλοί μαθητές, κυρίως του Γυμνασίου , διατυπώνουν επανειλημμένα την απορία: "Μα, για ποιό λόγο μαθαίνουμε αρχαία ελληνικά;Υπάρχει περίπτωση να τα μιλήσουμε;". Σε αυτή τη μόνιμα επαναλαμβανόμενη απορία έχουμε να απαντήσουμε πως ήδη τα μιλάμε και τα χρησιμοποιούμε κατά κόρον στις καθημερινές μας συναναστροφές, πολλές φορές χωρίς καν να το αντιλαμβανόμαστε, καθώς εχουν ενσωματωθεί αρχαίες λέξεις και φράσεις στο νεοελληνικό λεξιλόγιο. Η νέα ελληνική γλώσσα , καθώς αποτελεί συνέχεια της αρχαίας, είναι γεμάτη λέξεις και φράσεις προερχόμενες από την Αρχαία και την Κοινή Ελληνιστική. Η παρακάτω λίστα είναι ενδεικτική αυτής της συγγένειας και συνέχειας.

Σίγουρα, πλην ελαχίστων εξαιρέσεων , οι παρακάτω λέξεις και εκφράσεις είναι ιδιαίτερα οικείες στον έλληνα ομιλητή.

  • ἀβρόχοις ποσί · με στεγνά πόδια , μτφρ. χωρίς κόπο.

  • ἄγομαι και φέρομαι· είμαι έρμαιο στα χέρια κάποιου.

  • ἄκουσον , ἄκουσον· τί θράσος ! Τί αναίδεια!

  • ἄκρον ἄωτον· αποκορύφωμα.

  • ἅμ ΄ἔπος , ἅμ ΄ἔργον· μόλις το είπε το έκανε.

  • ἀνάγκα και θεοί πείθονται· στην ανάγκη υποκύπτουν ακόμα και οι θεοί.

  • ἀνέκαθεν· από πάντα.

  • ἀνευ προηγουμένου· χωρίς προηγούμενο.

  • ἄνω ποταμών· μτφρ. παράλογος.

  • ἅπαξ δια παντός· μια για πάντα.

  • ἀπέχω παρασάγγας· απέχω πάρα πολύ.

  • ἀποδιοπομπαίος τράγος· μτφρ. το εξιλαστήριο θύμα.

  • ἀπολωλός πρόβατον· παραστρατημένος.

  • ἀπό μηχανῆς θεός· μτφρ. άνθρωπος ή μέσο που παρουσιάζεται απροσδόκητα και δίνει λύσεις.

  • ἀπορῶ και ἐξίσταμαι· τα έχω χαμένα , νιώθω έκπληξη.

  • ἆρον ἆρον· μτφρ. γρήγορα, βιαστικά.

  • ἄσωτος υιός· μτφρ. έκλυτος , διεφθαρμένος άνθρωπος.

  • αὐθορεί και παραχρῆμα· αμέσως.

  • βίος ἀβίωτος· ανυπόφορη ζωή.

  • γνῶθι σαυτόν· να κατακτήσεις την αυτογνωσία.

  • δαμόκλειος σπάθη· παροιμιώδης φράση για επαπειλούμενο κίνδυνο.

  • δοῦναι και λαβεῖν· μτφρ. δοσοληψίες.

  • εἴθισται· είναι συνηθισμένο, συνηθίζεται.

  • εἰρήσθω ἐν παρόδῳ· ας ειπωθεί παρεμπιπτόντως.

  • ἐκ γενετῆς· από τη στιγμή της γέννησης.

  • ἐκ πρώτης ὄψεως· με μια πρώτη ματιά.

  • εκ τοῦ σύνεγγυς· από κοντα.

  • ἐκ των προτέρων· από πριν.

  • εἰς το ἐπανιδεῖν· τα ξαναλέμε (χαιρετισμος).

  • ἐν βρασμῳ ψυχῆς· σε στιγμή μεγάλης ψυχικής ταραχής , σύγχυσης.

  • ἐν πάσῃ περιπτώσει· σε κάθε περιπτωση, τέλος πάντων.

  • ἐν ῥιπῆ ὀφθαλμοῦ· πολύ γρήγορα, στιγμιαία.

  • ἐξ ἁπαλῶν ὀνύχων· από παιδί, από νήπιο

  • ἰδίοις ὄμμασι· με τα ίδια μου τα μάτια.

  • καλῶς ἐχόντων τῶν πραγμάτων· αν η κατασταση είναι καλη

  • κεραυνός ἐν αἰθρία· ξαφνικά.

  • μέτρον ἀριστον· μετριοπάθεια, αποφυγή των άκρων.

  • μηδένα προ τοῦ τέλος μακάριζε· να μην καλοτυχίζεις κανεναν πριν δεις την κατάληξη του.

  • ὅ γέγονε γέγονε· ό,τι έγινε, έγινε.

  • πόθεν ἔσχες· από πού απέκτησες (τα κεφάλαια για την απόκτηση του τάδε περιουσιακού στοιχείου).

  • σύν τοῖς ἄλλοις· επιπλέον.

  • τ΄ἀγαθά κόποις κτῶνται· τα αγαθά τα αποκτάς με κόπο.

  • ὡς δια μαγείας· με μαγικό τρόπο.


bottom of page